Αδιάγνωστος υπερπαραθυρεοειδισμός – η σημασία της προεγχειρητικής του αναγνώρισης
Οι παθήσεις του θυρεοειδούς και ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι δύο από τις συνηθέστερες ενδοκρινοπάθειες. Στους ασθενείς με παθήσεις θυρεοειδούς, συνυπάρχει (συχνά αδιάγνωστος) πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός σε ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό αυτών (~ 5%). Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο σε σύγκριση με τη συχνότητα (επίπτωση) του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού στο γενικό πληθυσμό, χωρίς να γνωρίζουμε το γιατί. Η αναγνώριση του αδιάγνωστου συνυπάρχοντος πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού στους ασθενείς με πάθηση θυρεοειδούς που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί χειρουργικά (θυρεοειδεκτομή) έχει ιδιαίτερη κλινική σημασία. Και αυτό γιατί στους ασθενείς αυτούς η παραθυρεοειδεκτομή μπορεί να γίνει με ασφάλεια ταυτόχρονα με τη θυρεοειδεκτομή.
Πλεονεκτήματα συνδυασμού θυρεοειδεκτομής & παραθυρεοειδεκτομής
Θα πρέπει να τονιστεί ότι τυχόν επανεπέμβαση μελλοντικά (παραθυρεοειδεκτομή, μετά από προηγηθείσα θυρεοειδεκτομή) είναι τεχνικά δυσκολότερη λόγω της παρουσίας ουλώδους ιστού στο χειρουργικό πεδίο. Το γεγονός αυτό μπορεί να δυσχεράνει σημαντικά την προσπάθεια ανεύρεσης και εκτομής του υπερλειτουργούντος παραθυρεοειδικού ιστού. Η τακτική συνδυασμού θυρεοειδεκτομής & παραθυρεοειδεκτομής έχει πολλά πλεονεκτήματα:
- Μπορεί να γίνει μέσω της ίδιας χειρουργικής τομής, σχεδόν πάντα , χωρίς να χρειαστεί
επέκταση αυτής - Δεν παρατείνει σημαντικά το χρόνο της επέμβασης
- Δεν παρατείνεται η διάρκεια της νοσηλείας
- Η ανάρρωση είναι άμεση μετεγχειρητικά
- Ο πόνος είναι ήπιος μετά την επέμβαση
- Ο ασθενής αποφεύγει μία δεύτερη χειρουργική επέμβαση (παραθυρεοειδεκτομή), παρακάμπτοντας έτσι μία επιπλέον νοσηλεία και το αυξημένο κόστος και την ταλαιπωρία που συνεπάγεται αυτή
Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν την αξία της συστηματικής μέτρησης των επιπέδων ασβεστίου και παραθορμόνης ορού σε όλους τους ασθενείς που πρόκειται να υποβληθούν σε θυρεοειδεκτομή. Η τακτική αυτή, εντούτοις, δεν έχει γίνει ευρέως αποδεκτή στην κλινική πράξη.
Συνοψίζοντας
Θα πρέπει να τονιστεί ότι – όταν ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι αδιάγνωστος – είναι εύκολο να διαφύγει της προσοχής συνυπάρχουσα παθολογία από τους παραθυρεοειδείς αδένες κατά τη διάρκεια της θυρεοειδεκτομής. Αντίθετα, η προεγχειρητική αναγνώριση ενός -μέχρι τότε αδιάγνωστου – συνυπάρχοντος ΡΗΡΤ (με βάση τα επίπεδα ασβεστίου και παραθορμόνης ορού) επιτρέπει το σωστό σχεδιασμό της χειρουργικής επέμβασης και την οριστική αντιμετώπιση στον ίδιο χρόνο και μέσω της ίδιας τομής και των δύο αυτών χειρουργικών παθήσεων, με ασφάλεια και με όλα τα πλεονεκτήματα που έχουν περιγραφεί παραπάνω.