Λέμφωμα θυρεοειδούς
Το λέμφωμα θυρεοειδούς είναι μία σπάνια κακοήθης πάθηση του θυρεοειδούς. Παρατηρείται συνηθέστερα σε ασθενείς με χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα (θυρεοειδίτιδα Hashimoto). Θα πρέπει εντούτοις να τονιστεί ότι – ενώ η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μία συχνή πάθηση – το λέμφωμα θυρεοειδούς είναι εξαιρετικά σπάνιο. Πράγματι, αντιστοιχεί σε ποσοστό μικρότερο του 5 % του συνόλου των κακοήθων παθήσεων του θυρεοειδούς και σε ποσοστό μικρότερο του 2 % του συνόλου των λεμφωμάτων που προσβάλλουν όργανα εκτός των λεμφαδένων.
Προσβάλλει συχνότερα τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες και παρατηρείται συνηθέστατα σε ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών.
Συμπτώματα
Το λέμφωμα θυρεοειδούς χαρακτηρίζεται από μεγάλου βαθμού διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, που μπορεί να εμφανιστεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Μπορεί έτσι να εμφανιστούν τα λεγόμενα πιεστικά φαινόμενα, λόγω πίεσης παρακειμένων ανατομικών στοιχείων, όπως:
- Δυσκολία στην αναπνοή (πίεση τραχείας)
- Δυσκολία στην κατάποση (πίεση του οισοφάγου)
- Οίδημα κεφαλής / τραχήλου λόγω παρεμπόδισης της φλεβικής επανόδου αίματος (λόγω πίεσης των φλεβών του τραχήλου)
- Αλλαγή της χροιάς της φωνής (βραχνάδα) (λόγω πίεσης των λαρυγγικών νεύρων)
Σε κάποιους επίσης ασθενείς μπορεί να εμφανιστούν οι συστηματικές κλινικές εκδηλώσεις του λεμφώματος, όπως:
Πυρετική κίνηση (συνήθως χαμηλή)
Νυκτερινοί ιδρώτες
Απώλεια βάρους κλπ.
Είναι επίσης πιθανή η εμφάνιση υποθυρεοειδισμού, λόγω της διήθησης του θυρεοειδικού ιστού από λεμφοκύτταρα. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να παρατηρηθούν οι κλασικές κλινικές εκδηλώσεις του υποθυρεοειδισμού, όπως:
Αίσθημα κόπωσης
Αδυναμία
Κατάθλιψη
Υπνηλία
Δυσανεξία στο κρύο
Βραδείες αντιδράσεις
Ξηροδερμία
Δυσκοιλιότητα κλπ.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Δεν υπάρχουν εξετάσεις αίματος χρήσιμες για τη διάγνωση του λεμφώματος θυρεοειδούς. Αν υπάρχει υποθυρεοειδισμός μπορεί να παρατηρηθούν μειωμένα επίπεδα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH).
Στο υπερηχογράφημα παρατηρείται αύξηση των διαστάσεων του θυρεοειδούς (συχνά μεγάλου βαθμού), που μπορεί να συνοδεύεται από διόγκωση των λεμφαδένων του τραχήλου.
Στην κυτταρολογική εξέταση του υλικού που λαμβάνεται με παρακέντηση με λεπτή βελόνη (Fine-Needle Aspiration Cytology) μπορεί να υπάρχουν στοιχεία που να συνηγορούν για τη διάγνωση του λεμφώματος θυρεοειδούς, συχνά εντούτοις η FNA είναι μη διαγνωστική.
Προκειμένου να διαγνωστεί με ακρίβεια και αξιοπιστία το λέμφωμα θυρεοειδούς είναι απαραίτητη η λήψη θυρεοειδικού ιστού για ιστολογική εξέταση. Αυτό μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:
- Με βιοψία με τέμνουσα βελόνη (tru-cut biopsy)
- Με ανοικτή (χειρουργική) βιοψία (open biopsy)
Συνήθως στο υλικό που λαμβάνεται με τον τρόπο αυτό γίνονται ειδικές ανοσοϊστοχημικές χρώσεις προκειμένου να τεθεί η ακριβής διάγνωση.
Μετά τη διάγνωση ακολουθεί διερεύνηση του ασθενούς προκειμένου να διευκρινιστεί αν η νόσος περιορίζεται στο θυρεοειδή αδένα ή αν υπάρχει διασπορά εκτός του θυρεοειδούς (σταδιοποίηση της νόσου).
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Σε αντίθεση με τον καρκίνο θυρεοειδούς που αντιμετωπίζεται χειρουργικά (ολική θυρεοειδεκτομή, με ή χωρίς λεμφαδενικό καθαρισμό), το λέμφωμα θυρεοειδούς αντιμετωπίζεται με χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία ή (συνηθέστερα) με συνδυασμένη χημειο-/ακτινοθεραπεία.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι ασθενείς στους οποίους εφαρμόζεται ακτινοθεραπεία για λέμφωμα θυρεοειδούς είναι πολύ πιθανό να εμφανίσουν στη συνέχεια υποθυρεοειδισμό και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να υποβάλλονται σε ανά διαστήματα έλεγχο της θυρεοειδικής λειτουργίας.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Όπως σε όλες τις κακοήθεις παθήσεις, το ποια θα είναι η πορεία του ασθενούς με λέμφωμα θυρεοειδούς εξαρτάται από τον υπότυπο του λεμφώματος και από την έκταση διασποράς της νόσου, από το εάν δηλαδή το λέμφωμα θυρεοειδούς περιορίζεται στον θυρεοειδή αδένα μόνο ή έχει διασπαρεί (και πόσο εκτεταμένα) εκτός αυτού.
Σε γενικές γραμμές, το λέμφωμα θυρεοειδούς έχει χειρότερη πρόγνωση σε σύγκριση με το πολύ πιο συνηθισμένο διαφοροποιημένο καρκίνωμα θυρεοειδούς (θηλώδες και θυλακιώδες). Παρά ταύτα, το λέμφωμα θυρεοειδούς μπορεί να θεραπευτεί ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει διασπορά εκτός του θυρεοειδούς και όταν γίνεται συνδυασμένη χημειο-/ακτινο-θεραπεία.