Skip to main content
search

Ποιες 3 ορμόνες παράγει ο Θυρεοειδής;

Ο θυρεοειδής αδένας – παρά το μικρό του μέγεθος – έχει τεράστια σημασία για την σωστή ρύθμιση βασικών λειτουργιών του οργανισμού. Για το λόγο αυτό, οι διαταραχές της λειτουργίας του (αυξημένη λειτουργική δραστηριότητα [υπερθυρεοειδισμός] ή αντίθετα μειωμένη λειτουργική δραστηριότητα [υποθυρεοειδισμός]) συνοδεύονται από ποικίλα συμπτώματα, από πρακτικά όλα τα οργανικά συστήματα του ανθρωπίνου σώματος.
Ο θυρεοειδής αδένας παράγει τρεις ορμόνες, τις εξής:
  • Θυροξίνη (Τ4)
  • Τριιωδοθυρονίνη (Τ3)
  • Καλσιτονίνη (CT)
Από αυτές, οι δύο πρώτες (Τ3 και Τ4) είναι γνωστές σαν θυρεοειδικές ορμόνες.

Γεώργιος Σακοράφας MD, PhD

Χειρουργός Θυρεοειδούς / Ενδοκρινών Αδένων – Γενικός Χειρουργός

Ποιες είναι οι λειτουργίες των Θυρεοειδικών Ορμονών & τι ρυθμίζουν;

Οι θυρεοειδικές ορμόνες (Τ3 και Τ4) είναι οι βασικότερες από τις τρεις ορμόνες που παράγει ο θυρεοειδής αδένας. Εξ αυτών, η δραστική ορμόνη είναι η Τ3. Για τη σύνθεσή τους ο οργανισμός χρειάζεται ιώδιο που προσλαμβάνεται με την τροφή. Οι βασικές λειτουργίες του θυρεοειδούς αδένα επιτυγχάνονται με τη δράση των ορμονών αυτών και κατά βάση περιλαμβάνουν την ρύθμιση του μεταβολισμού των κυττάρων, όλων των οργάνων του ανθρωπίνου σώματος.
Οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι απαραίτητες για τον μεταβολισμό, την ωρίμανση και την ανάπτυξη όλων των κυττάρων και των ιστών του οργανισμού. Επιταχύνουν τις λειτουργίες της καρδιάς, της αναπνοής, τις καύσεις, την κυκλοφορία του αίματος, την κινητικότητα του εντέρου κλπ. Η δράση τους όσον αφορά την ωρίμανση και την ανάπτυξη των ιστών αφορά ιδιαίτερα τον εγκέφαλο και τον σκελετό του ανθρώπου και για το λόγο αυτό τα παιδιά που γεννιούνται χωρίς επαρκή επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να παρουσιάζουν μόνιμη πνευματική και σωματική καθυστέρηση.
Η επίδραση των θυρεοειδικών ορμονών στον κυτταρικό μεταβολισμό ρυθμίζεται ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο περιβάλλον (π.χ. κρύο ή ζέστη), με τις ανάγκες του οργανισμού (ανάπαυση ή άσκηση), την συναισθηματική κατάσταση (φόβος, χαρά, θυμός) κλπ.
Στη συνέχεια, αναφέρονται ενδεικτικά κάποιες από τις λειτουργίες, στη ρύθμιση των οποίων συμμετέχουν ενεργά οι θυρεοειδικές ορμόνες:
  • Ωρίμανση και ανάπτυξη ιστών και οργάνων
  • Ρύθμιση θερμοκρασίας του σώματος
  • Καρδιακή λειτουργία
  • Έμμηνος ρύση
  • Τριχοφυΐα
  • Αποθήκευση / Κινητοποίηση και καύση λίπους
  • Γονιμότητα
  • Κινητικότητα του εντέρου
  • Λειτουργία πέψης
  • Μεταβολισμός (αποθήκευση / διάσπαση) υδατανθράκων
  • Ύπνος
  • Ψυχική / Συναισθηματική διάθεση
  • Σεξουαλική επιθυμία / δραστηριότητα
  • Παραγωγή ενέργειας στους μύες κλπ.
Οι διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός / υποθυρεοειδισμός) συνοδεύονται από πολλά συμπτώματα, που παρουσιάζονται αναλυτικά στις αντίστοιχες ενότητες της παρούσης ιστοσελίδας. Γενικά, οι διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός / υποθυρεοειδισμός) παρατηρούνται συχνότερα στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, συχνά αμέσως μετά τον τοκετό ή μετά την εμμηνόπαυση.
Η ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς είναι υπό τον έλεγχο ανώτερων (σε σχέση με τον θυρεοειδή) κέντρων, όπως είναι ο υποθάλαμος και η υπόφυση. Ο υποθάλαμος και η υπόφυση ανιχνεύουν τα χαμηλά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα. Σε περίπτωση μείωσης των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών, ο υποθάλαμος εκκρίνει TRH (Thyroid Releasing Hormone), η οποία διεγείρει με την σειρά της την έκκριση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (thyroid stimulating hormone, TSH) από την υπόφυση. Η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH) έχει άμεση διεγερτική δράση επί του θυρεοειδούς αδένα, αυξάνοντας την παραγωγή και την έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών (Τ3 και Τ4) από τον θυρεοειδή. Αντίθετα, η αύξηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα (π.χ. στον υπερθυρεοειδισμό) προκαλεί μείωση της έκκρισης TRH (από τον υποθάλαμο) και TSH (από την υπόφυση), σε μία προσπάθεια του οργανισμού να επαναφέρει την έκκριση και τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα στα φυσιολογικά επίπεδα.
Ο ρυθμιστικός αυτός μηχανισμός είναι γνωστός σαν μηχανισμός αρνητικής παλίνδρομης αλληλορύθμισης (negative feedback). Με τον μηχανισμό αυτό ρύθμισης είναι δυνατή η προσαρμογή του οργανισμού και η άμεση ανταπόκρισή του σε κάθε αλλαγή των συνθηκών λειτουργίας του (π.χ. κρύο ή ζέστη, συνθήκες stress, κόπωση κλπ.).

Ποια είναι η λειτουργία της Καλσιτονίνης & τι ρυθμίζει;

Η καλσιτονίνη (CT), μια πολυπεπτιδική ορμόνη που εκκρίνεται από τα κύτταρα C του θυρεοειδούς (γνωστά και σαν παραθυλακιώδη κύτταρα) και συμμετέχει στη ρύθμιση των επιπέδων του ασβεστίου και του φωσφόρου στο αίμα. Όταν υπάρχουν στο αίμα υψηλά επίπεδα ασβεστίου (υπερασβεστιαιμία) εκκρίνεται καλσιτονίνη, που στη συνέχεια προκαλεί μείωση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα. Η καλσιτονίνη δρα αντίστροφα σε σχέση με μία άλλη ορμόνη, την παραθορμόνη (που παράγεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες και προκαλεί αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα). Η δράση αυτή επιτυγχάνεται μέσω αναστολής της δραστηριότητας των οστεοκλαστών (που είναι ειδικά κύτταρα στα οστά που δρουν διασπώντας την οστική μάζα και αποδεσμεύοντας ασβέστιο στην κυκλοφορία του αίματος). Παράλληλα, η καλσιτονίνη προάγει την εναπόθεση ασβεστίου στα οστά, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την δομή τους.
Θα πρέπει εντούτοις να τονιστεί ότι η σημασία της καλσιτονίνης στη ρύθμιση των επιπέδων (ομοιοστασία) του ασβεστίου στο αίμα είναι πολύ μικρότερη σε σχέση με τον ρόλο της παραθορμόνης και της βιταμίνης D. Η καλσιτονίνη συμμετέχει κυρίως στην βραχυπρόθεσμη ρύθμιση των επιπέδων ασβεστίου, για παράδειγμα στις διακυμάνσεις που παρατηρούνται μετά από ένα γεύμα και έχει ρόλο κυρίως όταν αυξάνονται τα επίπεδα ασβεστίου, με τους μηχανισμούς που περιγράφηκαν παραπάνω.

3165

Θυρεοειδεκτομές

656

Λεμφαδενικοί Καθαρισμοί

404

Παραθυρεοειδεκτομές
ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ