Skip to main content
search

Τι είναι η Θυρεοειδίτιδα;

Υπό τον όρο «θυρεοειδίτιδα» περιλαμβάνεται μία ετερογενής ομάδα παθήσεων με διαφορετική αιτιολογία, διαφορετική κλινική εικόνα και διαφορετική αντιμετώπιση που έχουν σαν κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα την παρουσία φλεγμονής στον θυρεοειδή αδένα. Οι συνηθέστερες μορφές θυρεοειδίτιδας αναλύονται στη συνέχεια.

Γεώργιος Σακοράφας MD, PhD

Χειρουργός Θυρεοειδούς / Ενδοκρινών Αδένων – Γενικός Χειρουργός

Α. Οξεία Πυώδης Θυρεοειδίτιδα

Πρόκειται για σπάνια πάθηση που προκαλείται από στελέχη στρεπτόκοκκου ή σταφυλόκοκκου και σπανιότερα πνευμονιόκοκκου ή κολοβακτηριοειδών. Χαρακτηρίζεται από σταδιακή εμφάνιση έντονου πόνου στον τράχηλο, που συνοδεύεται από δυσφαγία, πυρετό και ρίγη. Συνήθως εμφανίζεται μετά από λοίμωξη της ανώτερης αεροφόρου οδού.
Στην κλινική εξέταση παρατηρείται διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, πόνος στον τράχηλο και ευαισθησία στην ψηλάφηση. Αν υπάρχει συλλογή πύου (απόστημα) σε επιφανειακή θέση μπορεί να γίνει αντιληπτός στην ψηλάφηση ο χαρακτηριστικός κλυδασμός (αίσθηση υγρού περιεχομένου όταν πιέζεται η αποστηματική κοιλότητα με τα δάκτυλα).
Στο υπερηχογράφημα παρατηρείται διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα με συλλογή υγρού (πύου).
Με την υπερηχογραφικά καθοδηγούμενη παρακέντηση γίνεται εκκενωτική αναρρόφηση του υγρού το οποίο αποστέλλεται για άμεση μικροσκόπηση και καλλιέργεια.
Η θεραπεία συνίσταται σε διάνοιξη – παροχέτευση της αποστηματικής κοιλότητας με ταυτόχρονη χορήγηση της κατάλληλης αντιβίωσης.

Β. Υποξεία Θυρεοειδίτιδα De Quervain

H υποξεία θυρεοειδίτιδα de Quervain είμαι μία φλεγμονώδης πάθηση του θυρεοειδούς που συνήθως υφίεται αφ’ εαυτής (δηλαδή υποχωρεί σταδιακά από μόνη της). Είναι γνωστή και ως υποξεία κοκκιωματώδης θυρεοειδίτιδα ή γιγαντοκυτταρική θυρεοειδίτιδα.

Διάγνωση & Θεραπεία Υποξείας Θυρεοειδίτιδα De Quervain

Η σωστή διάγνωση έχει πολύ μεγάλη σημασία στη θυρεοειδίτιδα de Quervain και αυτό γιατί ο υπερθυρεοειδισμός ή ο υποθυρεοειδισμός που την συνοδεύουν (ανάλογα με τη φάση της νόσου) είναι παροδικοί και η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα σταδιακά αποκαθίσταται αυτόματα, χωρίς να υπάρχει ανάγκη για χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής (αντιθυρεοειδικά φάρμακα ή θεραπεία υποκατάστασης).
Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι θετικά τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα, ενώ στην κυτταρολογική μπορεί να παρατηρηθούν γιγαντοκύτταρα (από όπου και ο όρος γιγαντοκυτταρική θυρεοειδίτιδα).
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, συνηθέστατα δεν χρειάζεται να χορηγηθούν αντιθυρεοειδικά φάρμακα ή θυροξίνη (στην πρώτη και στην τρίτη φάση της νόσου, αντίστοιχα), καθώς η λειτουργία του θυρεοειδούς σταδιακά αποκαθίσταται. Μπορεί όμως να χρειαστεί να χορηγηθούν β-αναστολείς (για τις ταχυκαρδίες, στην πρώτη [υπερθυρεοειδική] φάση). Χρήσιμη είναι επίσης η χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για την ανακούφιση του ασθενούς από τα λοιπά συμπτώματα της νόσου. Αν δεν υπάρξει ανταπόκριση στα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα τότε έχει θέση η χορήγηση κορτιζόνης.
Η χειρουργική δεν έχει καμία θέση στην θεραπευτική αντιμετώπιση της θυρεοειδίτιδας de Quervain.

Επιδημιολογία Υποξείας Θυρεοειδίτιδα De Quervain

Η θυρεοειδίτιδα de Quervain προσβάλλει τέσσερις φορές συχνότερα τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Παρατηρείται συχνότερα στη μέση ηλικία και προσβάλλει κατά μέσο όρο περίπου 10 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού ανά έτος.

Αιτιολογία Υποξείας Θυρεοειδίτιδα De Quervain

Η ακριβής μηχανισμός της νόσου δεν είναι γνωστός. Θεωρείται όμως ότι η θυρεοειδίτιδα de Quervain εμφανίζεται μετά από μία ιογενή λοίμωξη (συνήθως του ανώτερου αναπνευστικού) σαν αποτέλεσμα της φλεγμονώδους απάντησης που μπορεί να πυροδοτήσει η λοίμωξη αυτή. Πράγματι, αρκετοί ασθενείς που παρουσιάζονται με θυρεοειδίτιδα de Quervain αναφέρουν πρόσφατη (μέσα στο προηγούμενη δίμηνο) λοίμωξη του ανωτέρου αναπνευστικού πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων της θυρεοειδίτιδας.
Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι η θυρεοειδίτιδα de Quervain παρατηρείται συχνότερα τους καλοκαιρινούς μήνες, χωρίς να έχει υπάρξει κάποια ερμηνεία για την παρατήρηση αυτή.

Συμπτώματα Υποξείας Θυρεοειδίτιδα De Quervain

Τα συμπτώματα στη θυρεοειδίτιδα de Quervain εξαρτώνται από τη φάση στην οποία βρίσκεται η νόσος. Και αυτό γιατί υπάρχουν τέσσερα διακριτά στάδια εξέλιξης της θυρεοειδίτιδας αυτής:

1ο στάδιο – Οξεία φάση (υπερθυρεοειδισμός)
2ο στάδιο – Ασυμπτωματική φάση (φάση ευθυρεοειδισμού)
3ο στάδιο – Υποθυρεοειδισμός
4ο στάδιο – Φάση αποκατάστασης

1ο στάδιο – Οξεία φάση
Η πρώτη (οξεία) φάση διαρκεί συνήθως 3 – 6 εβδομάδες και ο ασθενής παρουσιάζει τυπικά συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού, όπως:
  • Ταχυκαρδία
  • Εφιδρώσεις
  • Ευερεθιστότητα
  • Νευρικότητα
  • Διέγερση
  • Δυσανεξία στη ζέστη
  • Αυξημένη όρεξη
  • Απώλεια βάρους (παρά την αυξημένη όρεξη)
  • Διάρροιες κλπ.
Τυπικά παρατηρείται επίσης πόνος στην πρόσθια επιφάνεια του τραχήλου και διάχυτη διόγκωση του θυρεοειδούς που είναι επώδυνη στην ψηλάφηση.
2ο στάδιο – Οξεία φάση

Ακολουθεί στη συνέχεια το 2ο στάδιο (η ασυμπτωματική φάση ή φάση ευθυρεοειδισμού) που διαρκεί συνήθως 1 – 3 εβδομάδες. Στη διάρκειά του δεν παρατηρούνται αξιόλογα συμπτώματα.

3ο στάδιο – Υποθυρεοειδισμός

Στη συνέχεια εμφανίζεται το 3ο στάδιο της νόσου, που χαρακτηρίζεται από τις κλινικές εκδηλώσεις του υποθυρεοειδισμού λόγω μειωμένης παραγωγής θυρεοειδικών ορμονών από τον θυρεοειδή. Το τρίτο αυτό στάδιο μπορεί να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να είναι και μόνιμος (δηλαδή να παραμείνει για όλη τη διάρκεια της ζωής του ασθενούς, και μετά την υποχώρηση της θυρεοειδίτιδας). Κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα του τρίτου αυτού σταδίου είναι (μεταξύ άλλων) και τα εξής:

  • Εύκολη κόπωση
  • Δυσανεξία στο κρύο
  • Υπνηλία
  • Δυσκοιλιότητα
  • Ξηροδερμία κλπ.
4ο στάδιο – Φάση αποκατάστασης
Στο τέταρτο στάδιο (στάδιο αποκατάστασης) παρατηρείται σταδιακή υποχώρηση όλων των παραπάνω συμπτωμάτων.
Εκτός από τα παραπάνω συμπτώματα, που οφείλονται στη διαταραχή της παραγωγής θυρεοειδικών ορμονών στην εξέλιξη της νόσου, μπορεί να παρατηρηθούν και κάποια άλλα συμπτώματα, όπως:
  • Δυσφαγία (δυσκολία στην κατάποση)
  • Πυρετός (συνήθως χαμηλή πυρετική κίνηση)
  • Αίσθηση κακουχίας
  • Ανορεξία
  • Μυαλγίες κλπ.

Γ. Θυρεοειδίτιδα Hashimoto

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μία από τις πιο συχνές αυτοάνοσες παθήσεις του θυρεοειδούς. Είναι επίσης γνωστή και σαν χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα. Αρχικά περιγράφηκε με τον όρο Struma Lumphomatosa, έναν όρο που χρησιμοποίησε το 1912 ένας Ιάπωνας ιατρός, ο Hakaru Hashimoto. Αργότερα, στη δεκαετία του ’50, η ανακάλυψη των θυρεοειδικών αυτοαντισωμάτων στο αίμα των ασθενών με θυρεοειδίτιδα Hashimoto έδειξε ότι πρόκειται για αυτοάνοση νόσο. Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto χαρακτηρίζεται από διάχυτη φλεγμονώδη διήθηση του θυρεοειδικού παρεγχύματος από λεμφοκύτταρα.

Θεραπεία Θυρεοειδίτιδας Hashimoto
Η θεραπεία της θυρεοειδίτιδας Hashimoto εξατομικεύεται, ανάλογα με τα ιδιαίτερα δεδομένα στον κάθε συγκεκριμένο ασθενή.
Όταν δεν υπάρχει υποθυρεοειδισμός, δεν χρειάζεται θεραπεία, αλλά περιοδική παρακολούθηση του ασθενούς. Αν εμφανιστεί υποθυρεοειδισμός η αντιμετώπιση συνίσταται στην χορήγηση λεβοθυροξίνης από το στόμα. Η δόση εξατομικεύεται στον κάθε ασθενή, ώστε να παραμένει ευθυρεοειδικός.
Χειρουργική επέμβαση μπορεί να απαιτηθεί σε επιλεγμένους ασθενείς, όπως για παράδειγμα:
  • Όταν υπάρχει υποψία για καρκίνο (που μπορεί να αναπτυχθεί σε κάποιον όζο που αναπτύσσεται συχνά επί εδάφους θυρεοειδίτιδας Hashimoto).
  • Όταν η θυρεοειδίτιδα Hashimoto συνοδεύεται από σημαντικού βαθμού αύξηση των διαστάσεων του θυρεοειδούς. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα από πίεση των παρακειμένων οργάνων (συνηθέστατα της τραχείας).
  • Όταν η διόγκωση του θυρεοειδούς (σε θυρεοειδίτιδα Hashimoto) δημιουργεί αισθητικό πρόβλημα στον/στην ασθενή.
Διάγνωση Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι η πιο συνηθισμένη πάθηση του θυρεοειδούς. Είναι 10-15 φορές συχνότερη στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, με μέση ηλικία εμφάνισης τα 30-50 έτη. Χαρακτηρίζεται από την παρουσία άφθονων λεμφοκυττάρων που βρίσκονται μέσα στον θυρεοειδή αδένα (τον διηθούν). Για το λόγο αυτό είναι γνωστή και σαν χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα. H διήθηση του θυρεοειδούς από τα λεμφοκύτταρα έχει σαν αποτέλεσμα την προοδευτική καταστροφή του θυρεοειδικού ιστού και την σταδιακή μείωση της λειτουργικότητάς του. Έτσι εξηγείται η εμφάνιση του υποθυρεοειδισμού που χαρακτηρίζει συχνά την θυρεοειδίτιδα Hashimoto.
Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto διαγιγνώσκεται με την ακόλουθη διαγνωστική μεθοδολογία:

Κλινική Εξέταση Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Περιλαμβάνει τη λήψη ιστορικού και την φυσική εξέταση του ασθενούς. Κατά την ψηλάφηση μπορεί να παρατηρηθεί αύξηση των διαστάσεων του θυρεοειδούς με ή χωρίς την παρουσία όζων. Η υφή του θυρεοειδούς κατά την ψηλάφηση είναι τυπικά σκληρή. Συνηθέστατα δεν παρατηρείται ευαισθησία κατά την ψηλάφηση .Η κλινική εξέταση μπορεί να είναι χωρίς παθολογικά ευρήματα.

Εργαστηριακές Εξετάσεις Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Μέτρηση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH, thyroid-stimulating hormone)
Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι η συνηθέστερη αιτία υποθυρεοειδισμού. Ο υποθυρεοειδισμός χαρακτηρίζεται από μειωμένη λειτουργικότητα του θυρεοειδούς αδένα. Η μειωμένη αυτή λειτουργικότητα μεταφράζεται σε μειωμένη παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών από τον θυρεοειδή. Η υπόφυση (ένας μικρός αδένας που βρίσκεται στην βάση του εγκεφάλου) ανιχνεύει την μείωση αυτή των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα και σαν απάντηση – για τη διόρθωση της διαταραχής αυτής – εκκρίνει αυξημένη ποσότητα TSH προκειμένου να διεγείρει την παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών από τον θυρεοειδή.
Επομένως, η μέτρηση της TSH είναι το πρώτο βήμα για την ανίχνευση τυχόν υποθυρεοειδισμού. Ο υποθυρεοειδισμός – που συχνά συνοδεύει την θυρεοειδίτιδα Hashimoto – χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα TSH. Μερικές φορές τα επίπεδα TSH μπορεί να κυμαίνονται στα ανώτερα φυσιολογικά όρια.

Ελεύθερη Θυροξίνη (Free T4)

Η ελεύθερη θυροξίνη (Free T4, F-T4)) είναι το κλάσμα της συνολικής θυροξίνης (Τ4) που είναι διαθέσιμη στο επίπεδο των ιστών και των οργάνων του οργανισμού. Η F-T4 αποτελεί την ενεργό μορφή θυροξίνης στο αίμα. Καθώς η θυρεοειδίτιδα Hashimoto συνοδεύεται συνηθέστατα από υποθυρεοειδισμό, τα επίπεδα της F-T4 στο αίμα βρίσκονται είτε κάτω από φυσιολογικά επίπεδα είτε στα κατώτερα φυσιολογικά όρια.
Η μέτρηση της F-T4 γίνεται σε συνδυασμό με την μέτρηση της TSH στο αίμα. Υπάρχει πιθανότητα τα επίπεδα της TSH στο αίμα να είναι φυσιολογικά και παρά ταύτα να υπάρχουν συμπτώματα που υποδηλώνουν υποθυρεοειδισμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διάγνωση του υποθυρεοειδισμού επιβεβαιώνεται με μέτρηση της F-T4. Με βάση τα μειωμένα επίπεδα της F-T4 μπορεί να διαγνωστεί ο υποθυρεοειδισμός, έστω και αν τα επίπεδα της TSH είναι φυσιολογικά (συνήθως στα ανώτερα φυσιολογικά όρια ή ελαφρά πάνω από αυτά).

Αντιθυρεοειδικά Αντισώματα

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι αυτοάνοση νόσος, οφείλεται δηλαδή σε διαταραχή της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ανοσοποιητικό σύστημα – αντί να προστατεύει τον οργανισμό από τη δράση βλαπτικών παραγόντων – «επιτίθεται» σε αυτόν, προκαλώντας βλάβες σε διάφορα όργανα-στόχους (όπως εν προκειμένω στο θυρεοειδή).
Όταν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού (λεμφοκύτταρα) προσβάλλουν τον θυρεοειδή (όπως στη θυρεοειδίτιδα Hashimoto) παράγονται αντισώματα. Με την μέτρηση των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων ανιχνεύεται η παρουσία αυτών στο αίμα του ασθενούς και μετρούνται τα επίπεδά τους.
Έτσι – πέραν του ελέγχου για τυχόν υποθυρεοειδισμό με μέτρηση της TSH και της F-T4 (βλ. παραπάνω) – γίνεται μέτρηση των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων κατά της υπεροξειδάσης (αντί-ΤΡΟ) και κατά της θυρεοσφαιρίνης (αντί-TG).

Υπερηχογράφημα Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Το υπερηχογράφημα είναι ένα πολύτιμο διαγνωστικό ‘εργαλείο’ για την απεικόνιση του θυρεοειδούς αδένα. Υπάρχουν συγκεκριμένα ευρήματα στο υπερηχογράφημα ενδεικτικά θυρεοειδίτιδας Hashimoto. Οι πληροφορίες που μπορεί να δώσει το υπερηχογράφημα είναι:
  • Παρουσία ινωδών ταινιών με μικροοζώδη απεικόνιση του θυρεοειδούς-είναι η τυπική υπερηχογραφική εικόνα της θυρεοειδίτιδας Hashimoto
  • Οι διαστάσεις του αδένα, αν δηλαδή συνυπάρχει αύξηση του μεγέθους αυτού (βρογχοκήλη)
  • Η τυχόν παρουσία όζων. Θα πρέπει να γίνεται λεπτομερής έλεγχος των όζων και προσδιορισμός των ειδικών υπερηχογραφικών τους χαρακτήρων βάσει των οποίων καθορίζεται η πιθανότητα να υποκρύπτεται καρκίνος θυρεοειδούς.
  • Η παρουσία καρκίνου θυρεοειδούς. Υπόνοια για την ύπαρξη καρκίνου θυρεοειδούς δημιουργείται βάσει των υπερηχογραφικών χαρακτήρων των όζων ή όταν υπάρχουν παθολογικοί λεμφαδένες στον τράχηλο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο θηλώδης καρκίνος θυρεοειδούς παρατηρείται συχνότερα σε θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Συχνά είναι μικρού μεγέθους (μικροσκοπικός) και πολυεστιακός.

Παρακέντηση με Λεπτή Βελόνη (FNA, Fine_Needle Aspiration)

Ενδείκνυται όταν – βάσει των ευρημάτων στο υπερηχογράφημα – εγείρεται υπόνοια για παρουσία καρκίνου θυρεοειδούς (συνηθέστατα σε έναν όζο που συνυπάρχει στον θυρεοειδή του ασθενούς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto)

Επιδημιολογία Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι η συνηθέστερη αιτία υποθυρεοειδισμού στις περισσότερες δυτικές χώρες. Διαγιγνώσκεται σε 30 – 60 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού ανά έτος (επίπτωση ~ 4 %). Παρατηρείται 10 – 20 φορές συχνότερα στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Διαγιγνώσκεται συχνότερα σε άτομα της λευκής φυλής. Εκτιμάται ότι ένα ποσοστό 5 % των λευκών γυναικών θα εμφανίσουν θυρεοειδίτιδα Hashimoto κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής τους.

Αιτιολογία Θυρεοειδίτιδας Hashimoto

Πιστεύεται ότι στην εμφάνιση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto παίζουν ρόλο τόσο περιβαλλοντικοί όσο και γενετικοί παράγοντες. Τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα που ανιχνεύονται στον ορό των ασθενών (anti-TPO, anti-Tg και TSBAb) ευθύνονται για την εμφάνιση της φλεγμονώδους απάντησης που χαρακτηρίζει τη θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Η αρχική αλλοίωση είναι η σταδιακή ατροφία του θυλακιώδους συστατικού του θυρεοειδικού παρεγχύματος. Η ατροφία αυτή εμφανίζεται σαν αποτέλεσμα της χαρακτηριστικής διήθησης του θυρεοειδικού ιστού από λεμφοκύτταρα.

Συμπτώματα & Κλινικές Εκδηλώσεις Θυρεοειδίτιδας Hashimoto
H εμφάνιση του υποθυρεοειδισμού στην θυρεοειδίτιδα Hashimoto εκδηλώνεται αργά και ύπουλα.
Οι πιο χαρακτηριστικές κλινικές εκδηλώσεις είναι οι εξής:
  • Υποθυρεοειδισμός-περίπου το 20 % των ασθενών παρουσιάζονται με κλινικό υποθυρεοειδισμό
  • Υπερθυρεοειδισμός – πρόκειται για σπάνια σχετικά εκδήλωση στα αρχικά στάδια της νόσου. Παρατηρείται στο 5 % των ασθενών. Οφείλεται στην αποδέσμευση θυρεοειδικών ορμονών από το θυρεοειδικό παρέγχυμα που καταστρέφεται λόγω της φλεγμονώδους απάντησης. Έχει περιγραφεί και με τον όρο “Hashitoxicosis”.
  • Κυκλικός υπερθυρεοειδισμός – οφείλεται στις εναλλαγές της δράσης αυτοαντισωμάτων που έχουν διεγερτική ή ανασταλτική δράση στη θυρεοειδική λειτουργία
  • Σκληρής υφής, διάχυτη, ανώδυνη διόγκωση του θυρεοειδούς
  • Μικρός, ατροφικός θυρεοειδής (σπανιότερα)
  • Πιεστικά φαινόμενα (π.χ. δυσφαγία, δύσπνοια)
  • Αλλοίωση της χροιάς της φωνής (δυσφωνία)
  • Πόνος (σπάνια)

Δ. Θυρεοειδίτιδα Riedel

Η θυρεοειδίτιδα Riedel είναι μία πολύ σπάνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή και ίνωση του θυρεοειδικού ιστού. Προσβάλλει ένα άτομο ανά 100.000 γενικού πληθυσμού. Παρουσιάζεται συνήθως με υποθυρεοειδισμό και έναν πολύ σκληρό, ξυλώδους (πετρώδους) υφής θυρεοειδή αδένα. Χαρακτηριστική είναι η απουσία πόνου. Πρόκειται για αυτοάνοσης αιτιολογίας θυρεοειδίτιδα. Μπορεί να συνδυάζεται και με κάποιες άλλες χαρακτηριστικές παθήσεις, όπως η πρωτοπαθής σκληρυντική χολαγγειΐτιδα, η οπισθοπεριτοναϊκή ίνωση, η ίνωση μεσοθωρακίου, κλπ.

Θεραπεία Θυρεοειδίτιδας Riedel

Στη θυρεοειδίτιδα Riedel δεν υπάρχει κάποια τυποποιημένη μέθοδος θεραπείας και αυτό λόγω της σπανιότητας της νόσου. Είναι συντηρητική ή – σε επιλεγμένες περιπτώσεις – χειρουργική. Η συντηρητική αγωγή περιλαμβάνει τη χορήγηση κορτιζόνης με την οποία συχνά παρατηρείται σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων. Στις σπάνιες περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει απάντηση στην κορτιζόνη μπορεί να δοκιμαστεί η χορήγηση ταμοξιφαίνης ή / και ακτινοθεραπείας.
Η χειρουργική επέμβαση έχει θέση όταν έχουν αποτύχει όλες οι άλλες μέθοδοι συντηρητικής αντιμετώπισης ή όταν ο ασθενής παρουσιάζει έντονα συμπτώματα (πιο συχνά δύσπνοια λόγω πίεσης της τραχείας). Έχει προταθεί η υφολική ή μερική θυρεοειδεκτομή. Εντούτοις, λόγω της χρόνιας φλεγμονώδους ίνωσης που διηθεί τα παρακείμενα όργανα/ανατομικά στοιχεία έχει χαθεί το ανατομικό ‘πλάνο’ που υπάρχει φυσιολογικά ανάμεσα στους ιστούς. Για το λόγο αυτό, τα όρια των ιστών είναι δυσδιάκριτα, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την αποκόλληση του θυρεοειδούς αδένα από τους γύρω ιστούς και την αφαίρεσή του. Για τον ίδιο λόγο, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος κάκωσης των παρακείμενων ανατομικών στοιχείων, με αποτέλεσμα η πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών της θυρεοειδεκτομής να είναι αρκετά μεγάλη (στη βιβλιογραφία φθάνει έως 40 %, ακόμη και μετά από περιορισμένης έκτασης θυρεοειδεκτομές). Για το λόγο αυτό προτείνεται η χειρουργική επέμβαση (θυρεοειδεκτομή) να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο εκτεταμένη με κύριο στόχο την ανακούφιση του ασθενούς από τα πιεστικά φαινόμενα (και κυρίως από την πίεση επί της τραχείας, που προκαλεί δύσπνοια).
Από τα παραπάνω καθίσταται εμφανές ότι η αντιμετώπιση των ασθενών με θυρεοειδίτιδα Riedel θα πρέπει να γίνεται από γιατρούς που να διαθέτουν εμπειρία στην αντιμετώπιση των παθήσεων του θυρεοειδούς. Αυτό ισχύει τόσο για το θέμα της διάγνωσης, κυρίως όμως για το θέμα της χειρουργικής αντιμετώπισης, αν και όταν αυτή αποφασιστεί. Οι επεμβάσεις θυρεοειδούς στην θυρεοειδίτιδα Riedel είναι τεχνικά δύσκολες για τους λόγους που έχουν αναφερθεί παραπάνω. Συνήθως οι επεμβάσεις αυτές έχουν χαρακτήρα ‘ανακουφιστικό’ δηλαδή την ανακούφιση του ασθενούς από τα συμπτώματά του (συνήθως δύσπνοια). Δεν χρειάζονται επομένως εκτεταμένες επεμβάσεις, που συχνά είναι εξάλλου τεχνικά αδύνατες. Ακόμη όμως και οι περιορισμένης έκτασης θυρεοειδεκτομές παρουσιάζουν δυσκολίες και χρειάζονται ιδιαίτερα προσεκτικούς και λεπτούς χειρισμούς προκειμένου να αποφευχθούν οι κακώσεις των παρακειμένων οργάνων (τραχείας, παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου, οισοφάγου, μεγάλων αγγείων του τραχήλου κλπ.). Ο χειρουργός που θα αναλάβει την επέμβαση σε ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Riedel θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος χειρουργός θυρεοειδούς και να ασχολείται συστηματικά με τις χειρουργικές παθήσεις του θυρεοειδούς και όχι περιστασιακά.

Διάγνωση Θυρεοειδίτιδας Riedel
Στην ψηλάφηση ο θυρεοειδής αδένας εμφανίζεται διογκωμένος με σκληρή, πετρώδη (ξυλώδη) υφή.
Στη βιοψία παρατηρείται πυκνός ινώδης ιστός με χαρακτηριστική διήθηση του θυρεοειδούς από ηωσινόφιλα κύτταρα.
Υποθυρεοειδισμός παρατηρείται στο 75 %των ασθενών.
Θετικά αντιθυρεοειδικά αντισώματα παρατηρούνται στο 90 % των ασθενών.
Στον απεικονιστικό έλεγχο (υπερηχογράφημα ή αξονική τομογραφία) παρατηρείται:
  • Εξωθυρεοειδική επέκταση της φλεγμονώδους ίνωσης.
  • Αποφρακτική βλάβη αγγείων (φλεβικών στελεχών) με προστενωτική διάταση.
Απουσιάζουν επίσης χαρακτηριστικά όλες οι ενδείξεις καρκίνου (στην παρακέντηση, στην απεικόνιση κλπ.).
Εξέλιξη Θυρεοειδίτιδας Riedel

Σταδιακά, η ίνωση που χαρακτηρίζει την θυρεοειδίτιδα Riedel επεκτείνεται στον θυρεοειδή αδένα καταστρέφοντας τα θυρεοειδικά κύτταρα. Σαν αποτέλεσμα, εμφανίζεται υποθυρεοειδισμός. Η φλεγμονώδης ίνωση στη συνέχεια μπορεί να επεκταθεί και στα παρακείμενα όργανα, διηθώντας παρακείμενα ανατομικά στοιχεία, όπως η τραχεία, ο οισοφάγος, οι παραθυρεοειδείς αδένες ή το παλίνδρομο λαρυγγικά στοιχεία. Για το λόγο αυτό μπορεί να εμφανιστεί δυσκολία στην αναπνοή (δύσπνοια), δυσκολία στην κατάποση (δυσκαταποσία) και βράγχος φωνής (από διήθηση του λαρυγγικού νεύρου). Σπανιότερα, μπορεί να παρατηρηθεί υποπαραθυρεοειδισμός.

E. Θυρεοειδίτιδα μετά τον Τοκετό

Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό είναι μία όχι σπάνια πάθηση του θυρεοειδούς. Προσβάλλει το 5 % περίπου των γυναικών στον πρώτο χρόνο μετά τον τοκετό. Μεγαλύτερο κίνδυνο για να εμφανιστεί η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό διατρέχουν οι γυναίκες με ήδη προϋπάρχουσα πάθηση του θυρεοειδούς και οι γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1.
Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση είτε υπερθυρεοειδισμού (που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα) είτε αντίθετα υποθυρεοειδισμού (που χαρακτηρίζεται από ελαττωμένα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα). Συνηθέστατα προηγείται ο υπερθυρεοειδισμός και ακολουθεί ο υποθυρεοειδισμός.
Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό παρατηρείται συχνότερα σε γυναίκες:
  • Mε προϋπάρχουσα πάθηση του θυρεοειδούς
  • Με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1
  • Με οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδοπάθειας
  • Με παρουσία αντιμικροσωμιακών αντισωμάτων (αντισώματα έναντι της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης)
Θεραπεία Θυρεοειδίτιδας μετά τον Τοκετό

Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό αντιμετωπίζεται ανάλογα με την βαρύτητα (ένταση) των συμπτωμάτων.
Οι γυναίκες με ήπια συμπτώματα συνήθως τίθενται υπό παρακολούθηση, χωρίς να χρειαστεί κάποια φαρμακευτική αγωγή, εκτός και αν παρατηρηθεί επιδείνωση των συμπτωμάτων
Οι γυναίκες που παρουσιάζουν έντονα συμπτώματα θα πρέπει να υποβάλλονται στην κατάλληλη αγωγή. Ανάλογα με την φάση στην οποία βρίσκεται η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό (φάση υπερθυρεοειδισμού ή φάση υποθυρεοειδισμού) η αντιμετώπιση αυτή περιλαμβάνει την χορήγηση της αντίστοιχης φαρμακευτικής αγωγής (π.χ. β-αναστολείς στην πρώτη περίπτωση και θυρεοειδικές ορμόνες στη δεύτερη).

Διάγνωση Θυρεοειδίτιδας μετά τον Τοκετό

Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό διαγιγνώσκεται εύκολα με βάση τα ευρήματα από την εξέταση της ασθενούς (συμπτώματα, κλινική εξέταση) και τις κατάλληλες εξετάσεις αίματος (μέτρηση θυρεοειδικών ορμονών και αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων).

Αιτιολογία Θυρεοειδίτιδας μετά τον Τοκετό

Η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό οφείλεται στη δράση αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων, τα οποία ‘προσβάλλουν’ τον θυρεοειδή. Σαν αποτέλεσμα της προσβολής αυτής εμφανίζεται η φλεγμονή του θυρεοειδούς (θυρεοειδίτιδα)
Δεν είναι γνωστό γιατί τα αντισώματα αυτά προσβάλλουν τον θυρεοειδή. Φαίνεται ότι οι γυναίκες που παρουσιάζουν την θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό παρουσιάζουν κάποια υποκείμενη αυτοάνοση πάθηση θυρεοειδούς, χωρίς συμπτώματα (ασυμπτωματική).

Συμπτώματα Θυρεοειδίτιδας μετά τον Τοκετό
Όταν εμφανίζεται η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό, στην αρχική της φάση, δεν υπάρχουν κάποια συμπτώματα. Η αρχική αυτή φάση διαρκεί από έναν έως έξι μήνες μετά τον τοκετό. Αν – παρά ταύτα- υπάρχουν συμπτώματα σε αυτή τη φάση, η γυναίκα μπορεί να παρουσιάσει τις παρακάτω εκδηλώσεις (που χαρακτηρίζουν τον υπερθυρεοειδισμό):
  • Απώλεια βάρους
  • Άγχος, διέγερση, ανησυχία
  • Αίσθημα θερμότητας
  • Ταχυκαρδία
  • Τριχόπτωση
  • Απώλεια βάρους παρά την αυξημένη όρεξη κλπ.
Συχνά απουσιάζουν οι παραπάνω εκδηλώσεις της πρώτης φάσης (φάση υπερθυρεοειδισμού) και οι γυναίκες με θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό παρουσιάζουν τα συμπτώματα που χαρακτηρίζουν τη δεύτερη φάση (συμπτώματα υποθυρεοειδισμού). Η δεύτερη αυτή φάση (υποθυρεοειδισμός) εμφανίζεται συνήθως 4 – 8 μήνες μετά τον τοκετό. Μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα χρόνο και στη συνέχεια υποχωρεί αυτόματα. Παρά ταύτα, ένα μικρό ποσοστό των γυναικών που έχουν εμφανίσει θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό θα συνεχίσει να παρουσιάζει υποθυρεοειδισμό στη συνέχεια για όλη τους τη ζωή. Ενδεικτικά αναφέρονται κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού:
  • Αύξηση βάρους
  • Αίσθημα κόπωσης
  • Υπνηλία
  • Κατάθλιψη
  • Ξηροδερμία
  • Δυσκοιλιότητα
  • Μυαλγίες
  • Δυσανεξία στο κρύο κλπ.
Σε περίπτωση που η γυναίκα εμφανίσει κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα θα πρέπει να επισκεφθεί το γιατρό της προκειμένου να υποβληθεί στον κατάλληλο έλεγχο.
Εξέλιξη & Πρόγνωση Θυρεοειδίτιδας μετά τον Τοκετό

Στις περισσότερες περιπτώσεις η φλεγμονή του θυρεοειδούς σταδιακά υποχωρεί αυτόματα. Έτσι, στην πλειοψηφία των γυναικών, η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό είναι μία αυτό-ιώμενη νόσος (υφίεται αφ’ εαυτής). Είναι σημαντικό – όσο διαρκεί η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό – να γίνεται περιοδικά έλεγχος των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα. Σταδιακά, και όταν αρχίσει να υποχωρεί η φλεγμονή (θυρεοειδίτιδα) αρχίζει και η σταδιακή ελάττωση της φαρμακευτικής αγωγής, μέχρις ότου διακοπεί εντελώς. Η εξέλιξη αυτή (αυτόματη ίαση) παρατηρείται σε ποσοστό 80 – 90 % των γυναικών με θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό.
Στο υπόλοιπο 10 – 20 % θα χρειαστεί συνέχιση της φαρμακευτικής αγωγής δια βίου, καθώς ο υποθυρεοειδισμός που χαρακτηρίζει την θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό δεν υποχωρεί. Η αγωγή αυτή συνίσταται στη χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών. Η εξέλιξη αυτή είναι πιθανότερη σε γυναίκες με αντιθυρεοειδικά αντισώματα στο αίμα τους.

ΣΤ. Καταστροφική (Destructive) Θυρεοειδίτιδα από Αμιοδαρόνη

Η αμιοδαρόνη είναι ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιαρρυθμικό φάρμακο. Χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση υπερκοιλιακών και κοιλιακών αρρυθμιών. Έχει ως πλεονέκτημα την καλή ανοχή από τους ασθενείς με μειωμένη συσταλτικότητα του μυοκαρδίου. Εντούτοις, όμως, η χρήση της συνοδεύεται από διάφορες παρενέργειες, μεταξύ των οποίων και αυτές που αφορούν τη λειτουργία του θυρεοειδούς.
Οι παρενέργειες της αμιοδαρόνης από τον θυρεοειδή ταξινομούνται:
  • Σε αυτές που οφείλονται στο περιεχόμενο ιώδιο (σε κάθε δισκίο των 200 mg περιέχονται 75 mg ιωδίου).
  • Σε αυτές που οφείλονται στην άμεση βλαπτική (κυτταροτοξική) δράση της αμιοδαρόνης επί του θυρεοειδούς.
Οι παρενέργειες αυτές μπορεί να παρατηρηθούν λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη της λήψης αμιοδαρόνης έως και αρκετούς μήνες μετά τη διακοπή της.
Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω δράσεων της αμιοδαρόνης επί του θυρεοειδούς μπορεί να εμφανιστεί είτε υποθυρεοειδισμός (στο 5 – 22 % των ασθενών) είτε υπερθυρεοειδισμός (στο 3 % των ασθενών, το ποσοστό αυτό μπορεί να φθάσει έως και 10 % σε πληθυσμούς με ανεπάρκεια ιωδίου).
Θεραπεία Καταστροφικής Θυρεοειδίτιδας από Αμιοδαρόνη
Περιλαμβάνει τα εξής μέτρα:
  • Άμεση διακοπή αμιοδαρόνης.
  • Έναρξη χορήγησης αντιθυρεοειδικών φαρμάκων (στον τύπο 1), κορτικοστεροειδών (στον τύπο 2) ή συνδυασμού των δύο (σε μικτό τύπο ή όταν ο μηχανισμός της θυρεοτοξίκωσης δεν είναι γνωστός).
  • Θυρεοειδεκτομή. Ενδείκνυται σε ασθενείς που δεν απαντούν στη συντηρητική αγωγή.
Τύποι Υπερθυρεοειδισμού από Αμιοδαρόνη
Υπάρχουν οι εξής τύποι υπερθυρεοειδισμού από αμιοδαρόνη:
  • Τύπος 1. Ασθενείς με προϋπάρχουσα πάθηση θυρεοειδούς (π.χ. λανθάνουσα διάχυτη ή οζώδης τοξική βρογχοκήλη)
  • Τύπος 2. Ασθενείς χωρίς προϋπάρχουσα πάθηση θυρεοειδούς. Σε αυτή την περίπτωση ο υπερθυρεοειδισμός οφείλεται σε άμεση καταστροφική βλάβη του θυρεοειδικού παρεγχύματος από την αμιοδαρόνη. Ο μηχανισμός αυτός εξηγεί και τον όρο ‘καταστροφική’ (destructive) θυρεοειδίτιδα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει αυτή την περίπτωση. Σαν αποτέλεσμα αυτής της βλάβης, παρατηρείται μαζική έξοδος θυρεοειδικών ορμονών από τα θυλακιώδη κύτταρα που καταστρέφονται. Η θυρεοτοξική φάση μπορεί να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες ή ακόμη και λίγους μήνες
  • Μικτός τύπος. Ο μικτός τύπος αφορά ασθενείς με προϋπάρχουσα πάθηση του θυρεοειδούς, παράλληλα με άμεση καταστροφική βλάβη επί του θυρεοειδούς. Στον τύπο αυτό ταξινομούνται και οι ασθενείς όπου ο ακριβής μηχανισμός της βλάβης παραμένει αμφίβολος. Αν και έχουν περιγραφεί κάποια κριτήρια για την διάκριση του τύπου 1 από τον τύπο 2, η διάκριση αυτή στην πράξη δεν είναι πάντα εφικτή.
Από τους παραπάνω τύπους συνηθέστερος είναι ο τύπος 2.

Ζ. Θυρεοειδίτιδα & Πυρετός

O πυρετός δεν αποτελεί συνήθη κλινική εκδήλωση στις περισσότερες μορφές θυρεοειδίτιδας. Μπορεί εντούτοις να παρατηρηθεί σε δύο από τις παραπάνω μορφές θυρεοειδίτιδας, που αναλύονται εν συντομία παρακάτω:

Οξεία Θυρεοειδίτιδα & Πυρετός

Πρόκειται για αρκετά σπάνια μορφή θυρεοειδίτιδας που εμφανίζεται οξέως. Μπορεί να συνοδεύεται από δημιουργία πυώδους συλλογής (απόστημα) και σε αυτή την περίπτωση η οξεία θυρεοειδίτιδα περιγράφεται σαν οξεία πυώδης θυρεοειδίτιδα. Ο πυρετός αποτελεί χαρακτηριστική κλινική εκδήλωση σε αυτή την περίπτωση. Παρατηρείται επίσης έντονος πόνος και ευαισθησία κατά την ψηλάφηση του τραχήλου αντίστοιχα προς την θέση του θυρεοειδούς. Ο θυρεοειδής αδένας είναι διογκωμένος και επώδυνος. Αν υπάρχει σχετικά μεγάλη συλλογή πύου μπορεί να παρατηρηθεί στην ψηλάφηση ο χαρακτηριστικός κλυδασμός.

Υποξεία Θυρεοειδίτιδα & Πυρετός

Εμφανίζεται μετά από ιογενή λοίμωξη της ανώτερης αεροφόρου οδού, του ανώτερου αναπνευστικού, των παραρρίνιων κόλπων (παραρρινοκολπίτιδα), του έσω ωτός κλπ. Είναι συχνότερη σε γυναίκες μέσης ηλικίας και παρατηρείται λίγες εβδομάδες μετά την ιογενή λοίμωξη που πυροδότησε την εμφάνισή της. Η πυρετική κίνηση (συνήθως χαμηλή) είναι μία πιθανή κλινική εκδήλωση της νόσου. Σπάνια μπορεί να παρατηρηθεί πυρετός χωρίς πόνο ή ευαισθησία στον τράχηλο (στην ανατομική θέση του θυρεοειδούς) και χωρίς διόγκωση του αδένα.

Σε ποιες θυρεοειδίτιδες δεν εκδηλώνεται ο πυρετός;

Ο πυρετός δεν θεωρείται πιθανή κλινική εκδήλωση στη χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα (Hashimoto) και στη θυρεοειδίτιδα Riedel.

Η. Θυρεοειδίτιδα & Διατροφή

Ο όρος «θυρεοειδίτιδα» υποδηλώνει φλεγμονή του θυρεοειδούς αδένα. Αν και υπάρχουν διάφορες μορφές της νοσολογικής οντότητας (κάποιες από τις οποίες εμφανίζονται σαν απάντηση σε λοιμώξεις του ανωτέρου αναπνευστικού), μια αρκετά συνηθισμένη μορφή θυρεοειδίτιδας είναι η θυρεοειδίτιδα αυτοάνοσης αιτιολογίας. Η θυρεοειδίτιδα αυτή χαρακτηρίζεται από την παρουσία λεμφοκυττάρων στον ιστό του θυρεοειδούς και συχνά συνοδεύεται από διαταραχή της θυρεοειδικής λειτουργίας (τυπικά υποθυρεοειδισμό, ενίοτε μετά από μία αρχική φάση υπερθυρεοειδισμού). Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto (ή αλλιώς χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα) εμπίπτει στην ομάδα αυτή και αποτελεί τη συνηθέστερη μορφή θυρεοειδίτιδας. Τι στοιχεία υπάρχουν σήμερα διαθέσιμα για το θέμα «Θυρεοειδίτιδα & Διατροφή»;

 

Θυρεοειδίτιδα & Διατροφή – Διατροφικό Πλάνο
Οι ασθενείς με θυρεοειδίτιδα θα πρέπει να έχουν σαν στόχο τα ακόλουθα όσον αφορά την διαχείριση του διαιτολογίου τους:
  • Δίαιτα προσαρμοσμένου ενεργειακού περιεχομένου στις ανάγκες του
  • Λήψη 4-5 γευμάτων την ημέρα, χωρίς να υπερβαίνονται τα ανώτερα συνιστώμενα όρια όσον αφορά την ενεργειακή πρόσληψη και την πρόσληψη των βασικών θρεπτικών ουσιών
  • Λήψη τροφών που να περιέχουν βιταμίνη D, Α, Ε, C όπως και βιταμίνες της ομάδας Β, ψευδάργυρο, μαγνήσιο, σίδηρο, ιώδιο και σελήνιο.
  • Προτείνεται η πρόσληψη λιπαρών από ελαιόλαδο, λιπαρά ψάρια, θαλασσινά και ξηρούς καρπούς (π.χ. καρύδια)
  • Προσθήκη στο διαιτολόγιο τροφών πλούσιας περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες
  • Πρόσληψη υδατανθράκων κατά προτίμηση από προϊόντα ολικής άλεσης
  • Κατανάλωση φρούτων και λαχανικών
  • Λήψη τροφών με προβιοτική δράση για τη διατήρηση του εντερικού μικροβιώματος (γιαούρτι, κεφίρ, αριάνι)
  • Αποφυγή κατανάλωσης επεξεργασμένων τροφίμων
  • Σε ειδικές περιπτώσεις (π.χ. κοιλιοκάκη) αποφυγή της γούμενής ή οποιασδήποτε τροφής προκαλεί πρόβλημα (π.χ. αυγό)
Ποια η σχέση Θυρεοειδίτιδας & διατροφής;
Οι ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto συχνά παρουσιάζουν διαταραχές στα επίπεδα στο αίμα των εξής μετάλλων-βιταμινών-ιχνοστοιχείων:
  • Σεληνίου
  • Σιδήρου
  • Καλίου
  • Μαγνησίου
  • Ψευδαργύρου
  • Βιταμίνης Α
  • Βιταμίνης D
  • Βιταμίνης C (αντιοξειδωτική δράση)
  • Βιταμινών ομάδας Β
Συχνά επίσης οι ασθενείς αυτοί δεν προσλαμβάνουν την προτεινόμενη ποσότητα ω-3-λιπαρών οξέων, ενώ μπορεί να προσλαμβάνουν είτε υπερβολικές είτε ανεπαρκείς ποσότητες ιωδίου
Οι παραπάνω διαταραχές όσον αφορά την θρέψη και την διατροφή μπορεί να επιδεινωθούν σε περίπτωση που στον ασθενή με θυρεοειδίτιδα συνυπάρχουν διαταραχές των κενώσεων (είτε διάρροια είτε δυσκοιλιότητα). Όπως είναι γνωστό, οι διαταραχές αυτές μπορεί να παρατηρηθούν στη θυρεοειδίτιδα όταν συνοδεύεται από υπερθυρεοειδισμό ή από υποθυρεοειδισμό, αντίστοιχα.
Περιβαλλοντικοί Παράγοντες Παθογένειας της Θυρεοειδίτιδας
Υπάρχουν διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες που μπορεί να σχετίζονται με την παθογένεια των διαφόρων αυτοάνοσων νόσων (συμπεριλαμβανομένης και της θυρεοειδίτιδας) είναι μεταξύ άλλων:
  • Το άγχος.
  • Η έκθεση σε τοξίνες.
  • Η δυσβίωση του μικροβιώματος (διαταραχή της μικροβιακής χλωρίδας του εντέρου).
  • Οι διαταραχές θρέψης (υπερθρεψία / υποθρεψία).
  • Η διατροφή (που αποτελεί και το βασικό μέρος της παρούσης συζήτησης).
Θυρεοειδίτιδα & Διατροφή – Παραπάνω πληροφορίες, πιθανά προβλήματα & σχόλιο

Παραπάνω αναφέρθηκαν κάποια ενδεικτικά στοιχεία σχετικά με το θέμα «θυρεοειδίτιδα και διατροφή». Είναι προφανές ότι εφόσον υπάρχει μία ισορροπημένη διατροφή τα περισσότερα από τα παραπάνω προβλήματα που έχουν θιγεί ρυθμίζονται ούτως ή άλλως.
Προβλήματα μπορεί εντούτοις να προκύψουν όταν υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την διατροφή του ατόμου. Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ συνηθισμένα σε χώρες που μαστίζονται από τη φτώχεια και την πείνα. Μπορεί εντούτοις να παρατηρηθούν και σε πολλές αναπτυγμένες χώρες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση τα προβλήματα αυτά μπορεί να παρατηρηθούν σε πληθυσμιακές ομάδες που ζουν στο περιθώριο των κοινωνιών των δυτικών χωρών, αντιμετωπίζοντας και αυτές το φάσμα της φτώχειας, σε άτομα που ζουν σε ιδρύματα (π.χ. γηροκομεία) αλλά και σε άτομα που παραμελούν την σωστή διατροφή για διάφορους λόγους (π.χ. εντατικοί ρυθμοί δουλειάς). Ειδικά η τελευταία αυτή ομάδα διευρύνεται όλο και περισσότερο τελευταία, καθώς ακόμη και νεαρά και δραστήρια άτομα παραμελούν την διατροφή τους και αρκούνται σε πρόχειρες και βολικές λύσεις του τύπου fast-food.
Πέραν της θυρεοειδίτιδας, η σωστή διατροφή και η άσκηση αποτελούν προϋπόθεση για τη διατήρηση της σωματικής και της ψυχικής υγείας. Αν και πρόσφατα χρησιμοποιούνται πολύ πιο συχνά από ό,τι στο παρελθόν συμπληρώματα διατροφής, η χρήση τους – αν και συχνά πολύ χρήσιμη – δεν θα πρέπει να θεωρείται ισοδύναμη με την τήρηση των κανόνων υγιεινής διατροφής.

3165

Θυρεοειδεκτομές

656

Λεμφαδενικοί Καθαρισμοί

404

Παραθυρεοειδεκτομές
ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ