Νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός – (Β) Εξέλιξη (φυσική πορεία) και Αντιμετώπιση
Εισαγωγή
Όπως έχει αναφερθεί σε προηγούμενη ανάρτηση, ο νορμοασβεστιαιμικός πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός χαρακτηρίζεται από αυξημένη παραθορμόνη (υπερπαραθορμοναιμία) και φυσιολογικό ασβέστιο στο αίμα (νορμοασβεστιαιμία). Η διάγνωσή του είναι διάγνωση εξ αποκλεισμού, καθώς θα πρέπει να αποκλειστούν και άλλες αιτίες που μπορεί να ευθύνονται για την αυξημένη παραθορμόνη ορού.
Πώς εξελίσσεται ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός? Ποια θα πρέπει να είναι η αντιμετώπισή του?
Νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός – ΦΥΣΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ (ΕΞΕΛΙΞΗ)
Ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός μπορεί να είναι μία αρχική (πρώιμη) μορφή του κλασικού υπερπαραθυρεοειδισμού, δηλαδή του υπερπαραθυρεοειδισμού που συνδυάζεται με υπερασβεστιαιμία (υπερασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός).
Τα βιβλιογραφικά δεδομένα ποικίλουν όσον αφορά το πώς εξελίσσεται ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός έχει οριστεί με διάφορους τρόπους στις δημοσιευμένες μελέτες. Για το λόγο αυτό είναι δύσκολο να αξιολογηθεί σωστά η ακριβής επίπτωση (‘συχνότητα’) της νόσου, όπως επίσης και η συχνότητα των πιθανών επιπλοκών που μπορεί να παρατηρηθούν στη διαδρομή της νόσου.
Από τα διαθέσιμα βιβλιογραφικά δεδομένα φαίνεται ότι η συχνότητα εμφάνισης επιπλοκών από το ουροποιητικό φθάνει το 11 έως 35 %, ενώ όσον αφορά τις επιπλοκές από τα οστά (οστεοπόρωση, σπάνια κατάγματα με ελάχιστη άσκηση βίας [παθολογικά κατάγματα]) το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από 5 έως 40 %. Η ευρεία αυτή διακύμανση οφείλεται στην ετερογένεια των ομάδων των ασθενών που μελετήθηκαν.
Νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός – ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Η βεβιασμένη χειρουργική επέμβαση δεν έχει θέση στον νορμοασβεστιαιμικό υπερπαραθυρεοειδισμό.
Αντιθέτως, ο ασθενής θα πρέπει να υποβληθεί σε λεπτομερή διαγνωστικό έλεγχο, προκειμένου να αποκλειστούν οι άλλες αιτίες που θα μπορούσαν να ευθύνονται για τα αυξημένα επίπεδα παραθορμόνης ορού. Λεπτομερής περιγραφή αυτών έχει γίνει σε προηγούμενη ανάρτηση. Και αυτό γιατί, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μία διάγνωση εξ αποκλεισμού.
Χειρουργική επέμβαση είναι πιθανόν να απαιτηθεί σε επιλεγμένους ασθενείς με νορμοασβεστιαιμικό υπερπαραθυρεοειδισμό. Στην ομάδα αυτή ανήκουν:
- οι ασθενείς που έχουν ήδη εκδηλώσει κάποια επιπλοκή της νόσου (λιθίαση ουροποιητικού ή νεφρασβέστωση, οστεοπενία/οστεοπόρωση και σπανιότερα παθολογικό κάταγμα)
- οι ασθενείς στους οποίους εμφανίζεται επιπλοκή στη διάρκεια της νόσου
- οι ασθενείς στους οποίους αναγνωρίζεται με τον απεικονιστικό έλεγχο (υπερηχογράφημα , σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών , τετραδιάσταση αξονική τομογραφία , μαγνητική τομογραφία, SPECT-CT, κλπ) σαφής παθολογία από τους παραθυρεοειδείς αδένες (συνηθέστατα αδένωμα παραθυρεοειδούς και σπανιότερα υπερπλασία αυτών).
Σχόλιο
Η αντιμετώπιση των ασθενών με διάγνωση ‘νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός’ θα πρέπει να γίνεται από ομάδα εξειδικευμένων γιατρών, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συστηματική ενασχόληση (ακαδημαϊκή και στην κλινική πράξη) με τις παθήσεις των παραθυρεοειδών. Κεντρικό ρόλο παίζει εν προκειμένων ο ενδοκρινολόγος, ο απεικονιστής και – αν χρειαστεί χειρουργική επέμβαση – ο χειρουργός, που θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος χειρουργός θυρεοειδούς – χειρουργός παραθυρεοειδών.
Ο ενδοκρινολόγος θα πρέπει να διευκρινίσει την ακριβή αιτία της υπερπαραθορμοναιμίας. Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει να γίνει με ιδιαίτερη προσοχή. Προϋπόθεση για τη σωστή θεραπεία είναι η σωστή διάγνωση. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο νορμοασβεστιαιμικός υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μία διάγνωση εξ αποκλεισμού.
Ο απεικονιστής θα πρέπει επίσης να διαθέτει εμπειρία στην απεικόνιση του τραχήλου.
Συνήθως, η αρχική διερεύνηση αρχίζει με ένα υπερηχογράφημα τραχήλου. Η αναγνώριση ενός αδενώματος παραθυρεοειδούς (που είναι η συνηθέστερη αιτία υπερπαραθυρεοειδισμού) δεν είναι πάντα εύκολη, ιδιαίτερα σε δύσκολες περιπτώσεις (π.χ. όταν συνυπάρχει ευμεγέθης πολυοζώδης βρογχοκήλη). Για την αναγνώρισή του έχει μεγάλη σημασία η εμπειρία του ακτινολόγου.
Το σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών (συνήθως με Tc99m-sestamibi) είναι η δεύτερη βασική μέθοδος εντοπισμού. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν – αν χρειαστεί- και πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως η αξονική ή μαγνητική τομογραφία, η τετραδιάστατη αξονική, η παρακέντηση με λεπτή βελόνη (FNA)) κλπ. Οι εξετάσεις αυτές θα πρέπει να γίνονται σε συγκεκριμένα βήματα και με βάση ένα συγκεκριμένο σχεδιασμό, στον οποίο θα πρέπει να εμπλέκεται ενεργά ο χειρουργός.
Ο χειρουργός, τέλος, έχει σημαντικό ρόλο και στην τελική φάση της αντιμετώπισης της νόσου, εφόσον τελικά επιλεγεί η χειρουργική επέμβαση (παραθυρεοειδεκτομή). Θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος χειρουργός θυρεοειδούς- παραθυρεοειδών και να έχει ιδιαίτερη και αποδεδειγμένη εμπειρία στη χειρουργική θυρεοειδούς – παραθυρεοειδών.
Η εμπειρία αυτή αποδεικνύεται κυρίως με τον μεγάλο αριθμό επεμβάσεων θυρεοειδούς – παραθυρεοειδών που εκτελεί σε σταθερή καθημερινή βάση (αυξημένος “‘όγκος” δουλειάς, αυξημένο surgeon volume) ώστε να είναι σε θέση να σταθμίσει προσεκτικά όλα τα δεδομένα από τον προεγχειρητικό έλεγχο του ασθενούς και να κρίνει τελικά αν πράγματι έχει ένδειξη η χειρουργική επέμβαση (παραθυρεοειδεκτομή). Η απόφαση αυτή δεν θα πρέπει να λαμβάνεται βεβιασμένα. Αν τελικά επιλεγεί η παραθυρεοειδεκτομή σαν μέθοδος αντιμετώπισης, θα πρέπει να είναι σε θέση να την εκτελέσει επιτυχώς και με την μέγιστη δυνατή ασφάλεια για τον ασθενή.
ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙΤΕ
ΕΥΓΕΝΙΔΕΙΟ– Παπαδιαμαντοπούλου 20 (Ιλίσια)
ΙΑΤΡΙΚΟ ΨΥΧΙΚΟΥ– Άντερσεν 1 (Νέο Ψυχικό)
ΜΗΤΕΡΑ– Ερυθρού Σταυρού 5 (Μαρούσι)
Τηλ 6977068223 & 210-7487318
Email: georgesakorafas@yahoo.com