Skip to main content
search

Τι είναι ο Καρκίνος Θυρεοειδούς & Ποιες οι μορφές του;

Υπό τον όρο «καρκίνος θυρεοειδούς» περιλαμβάνεται μία ετερογενής κατηγορία κακοήθων νεοπλασμάτων, των οποίων η βιολογική συμπεριφορά ποικίλει ευρέως.

Στο ένα άκρο του φάσματος είναι το θηλώδες καρκίνωμα του θυρεοειδούς, που αποτελεί τη συνηθέστερη μορφή κακοήθους όγκου του θυρεοειδούς. Το θηλώδες καρκίνωμα παρατηρείται συνήθως σε άτομα νεαρής ηλικίας, αυξάνεται αργά, μεθίσταται μέσω της λεμφικής οδού (στους τραχηλικούς λεμφαδένες, αρχικά). Χαρακτηριστική είναι η πολύ καλή πρόγνωση του θηλώδους καρκινώματος, ακόμη και όταν υπάρχουν μεταστάσεις στους τραχηλικούς λεμφαδένες.

Γεώργιος Σακοράφας MD, PhD

Χειρουργός Θυρεοειδούς / Ενδοκρινών Αδένων – Γενικός Χειρουργός

Το θυλακιώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς έχει επίσης καλή πρόγνωση και από κοινού με το θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς αποτελούν το λεγόμενο διαφοροποιημένο καρκίνωμα θυρεοειδούς.

Στο άλλο άκρο του φάσματος (από άποψη βιολογικής συμπεριφοράς) είναι το αδιαφοροποίητο (ή αναπλαστικό) καρκίνωμα του  θυρεοειδούς που παρατηρείται σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά επιθετική βιολογική συμπεριφορά.

Ανάμεσα στις δύο αυτές μορφές καρκίνου θυρεοειδούς (από άποψη βιολογικής συμπεριφοράς) βρίσκεται το μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς.

Πέραν του καρκίνου θυρεοειδούς, υπάρχουν και άλλες, σπανιότερες μορφές κακοήθων όγκων του θυρεοειδούς που παρουσιάζονται σε ξεχωριστή ενότητα (όπως το λέμφωμα θυρεοειδούς, τα σαρκώματα και οι μεταστατικοί όγκοι).

Θηλώδης Καρκίνος Θυρεοειδούς

Επιδημιολογία Θηλώδους Καρκίνου Θυρεοειδούς

Ο θηλώδης καρκίνος είναι η συνηθέστερη μορφή καρκίνου θυρεοειδούς και αντιστοιχεί στο 85 % του συνόλου των καρκίνων θυρεοειδούς. Αντιστοιχεί επίσης στο 3.4 % του συνόλου των καρκίνων στις ΗΠΑ και διαγιγνώσκεται συνηθέστερα σε άτομα ηλικίας 45 – 54  ετών, μπορεί εν τούτοις να εμφανιστεί σε όλες τις ηλικίες, ακόμη και στην παιδική. Υπολογίζεται ότι 1.2 % του συνόλου των ανδρών και γυναικών θα διαγνωστούν με καρκίνο θυρεοειδούς σε κάποια φάση της ζωής τους.

Η συχνότητα (επίπτωση) του θηλώδους καρκίνου θυρεοειδούς έχει τριπλασιαστεί στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών (από 5 % το 1975 σε 15 % το 2020 ανά 100.000 πληθυσμού). Εκτιμάται ότι η συχνότητα (επίπτωση) του θηλώδους καρκίνου θυρεοειδούς αυξάνεται με ρυθμό 3.8 % κατά μέσο όρο (τα τελευταία 10 χρόνια). Παρά ταύτα, η θνητότητα έχει παραμείνει σχετικά σταθερή (αύξηση κατά μέσο όρο κατά 0.7 % ανά έτος στη διάρκεια της παραπάνω περιόδου).

Θεραπεία Θηλώδους Καρκίνου Θυρεοειδούς

Η θεραπεία του θηλώδους καρκίνου θυρεοειδούς είναι κατά βάση χειρουργική (ολική θυρεοειδεκτομή). Αν και έχει προταθεί σε επιλεγμένους ασθενείς η εκτέλεση λιγότερο εκτεταμένης θυρεοειδεκτομής (λοβεκτομή με ισθμεκτομή), εντούτοις υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους προσωπικά αλλά και βάσει των βιβλιογραφικών δεδομένων προτιμούμε την ολική θυρεοειδεκτομή, η οποία προσφέρει οριστική λύση στο πρόβλημα του ασθενούς. Οι λιγότερο εκτεταμένες θυρεοειδεκτομές είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσουν προβλήματα μελλοντικά στον ασθενή, επιβαρύνοντας ακόμη και την πρόγνωση και την εξέλιξη της νόσου, ενώ μπορεί να απαιτηθούν και νέες χειρουργικές επεμβάσεις.

Δεδομένης της μεγάλης συχνότητας με την οποία παρατηρούνται μεταστάσεις στους λεμφαδένες του τραχήλου στους ασθενείς με θηλώδη καρκίνο θυρεοειδούς εγείρεται το ερώτημα του λεμφαδενικού καθαρισμού στους ασθενείς αυτούς (της αφαίρεσης δηλαδή των λεμφαδένων του τραχήλου). Ο λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου έχει θέση σε δύο περιπτώσεις:

Θυλακιώδης Καρκίνος Θυρεοειδούς

Πώς διακρίνεται & σε ποιους εμφανίζεται ο Θυλακιώδης Καρκίνος Θυρεοειδούς;

Ο θυλακιώδης καρκίνος θυρεοειδούς αντιστοιχεί στο 10 % περίπου του συνόλου των καρκίνων του θυρεοειδούς. Εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες σε σύγκριση με το θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς. Εμφανίζει ελαστική ή και μαλακή υφή κατά την ψηλάφηση, περιβάλλεται δε από κάψα.
Στην μικροσκοπική εξέταση μπορεί να είναι δύσκολη η διάκριση του θυλακιώδους καρκινώματος από το θυλακιώδες αδένωμα ή ακόμη και το φυσιολογικό θυρεοειδικό παρέγχυμα. Η διάκριση αυτή μπορεί να γίνει με την διάσπαση της κάψας ή την διήθηση των αγγείων, που χαρακτηρίζει το θυλακιώδες καρκίνωμα (σε αντίθεση με το αδένωμα).

Μυελοειδής Καρκίνος Θυρεοειδούς

Τι είναι & πώς αναπτύσσεται ο Μυελοειδής Καρκίνος Θυρεοειδούς;

Ο μυελοειδής καρκίνος θυρεοειδούς είναι μία σχετικά σπάνια μορφή καρκίνου. Αναπτύσσεται από τα λεγόμενα παραθυλακιώδη ή C-κύτταρα που παρεμβάλλονται μεταξύ των θυλακίων του θυρεοειδούς. Αντιστοιχεί σε ποσοστό 5 – 8 % του συνόλου των καρκίνων του θυρεοειδούς. Παρά ταύτα, ευθύνεται για το 13 % των θανάτων από κακοήθεις νεοπλασματικές παθήσεις του θυρεοειδούς. Και αυτό γιατί έχει αφ’ ενός μεν έχει περισσότερο επιθετική βιολογική συμπεριφορά σε σύγκριση με τον πολύ συχνότερο διαφοροποιημένο καρκίνο θυρεοειδούς (θηλώδη / θυλακιώδη) αφ’ ετέρου δε δεν ανταποκρίνεται στη θεραπεία καταστολής και στη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο. Οι περισσότεροι μυελοειδείς καρκίνοι θυρεοειδούς είναι σποραδικοί, εντούτοις όμως σε ένα ποσοστό που φθάνει μέχρι και 25 % μπορεί να υποκρύπτεται γενετική βάση (κληρονομικό μυελοειδές καρκίνωμα). Το κληρονομικό μυελοειδές καρκίνωμα οφείλεται σε μετάλλαξη του RET ογκογονιδίου.

Αναπλαστικός (ή Αδιαφοροποίητος) Καρκίνος Θυρεοειδούς

Προέλευση, βιολογική συμπεριφορά & επιδημιολογία Αναπλαστικού (ή Αδιαφοροποίητου) Καρκίνου Θυρεοειδούς

Καθώς συνηθέστατα ο μυελοειδής καρκίνος θυρεοειδούς εμφανίζεται υπό την μορφή όζου θυρεοειδούς, η παρακέντηση με λεπτή βελόνη (υπό υπερηχογραφική παρακολούθηση) είναι μία από τις βασικές διαγνωστικές εξετάσεις. Γενικά, ο μυελοειδής καρκίνος θυρεοειδούς μπορεί να παρουσιαστεί με μία μεγάλη ποικιλομορφία στην κυτταρολογική εξέταση του υλικού παρακέντησης ενός ύποπτου όζου θυρεοειδούς. Για το λόγο αυτό, δεν είναι σπάνιο να παρατηρηθούν λανθασμένες διαγνώσεις στην κυτταρολογική εξέταση. Αναφέρονται ενδεικτικά κάποιες από αυτές: θυλακιώδες νεόπλασμα, σάρκωμα, πλασματοκύτωμα. Η εμπειρία του κυτταρολόγου έχει εν προκειμένου μεγάλη σημασία. Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί στη βιβλιογραφία περιγράφονται διάφορα ποσοστά διαγνωστικής ακρίβειας της μεθόδου.
Προκειμένου να αυξηθεί η διαγνωστική ακρίβεια της FNA προτείνεται – πέραν της κυτταρολογικής εξέτασης – η μέτρηση των επιπέδων καλσιτονίνης στο έκπλυμα του υλικού αναρρόφησης, όπως επίσης και η ανοσοϊστοχημική μελέτη για έκφραση καλσιτονίνης, καρκινοεμβρυικού αντιγόνου (CEA) και χρωμογρανίνης.
Οι συμπληρωματικές αυτές εξετάσεις (μέτρηση καλσιτονίνης στο έκπλυμα του υλικού αναρρόφησης και ανοσοϊστοχημική μελέτη) μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμες σε περιπτώσεις όπου η κυτταρολογική εξέταση είναι μη διαγνωστική, δημιουργώντας όμως υπόνοια για τη διάγνωση του μυελοειδούς καρκίνου θυρεοειδούς.

NIFTP Θυρεοειδούς – Ένας Ιδιαίτερος Όγκος Θυρεοειδούς

Τι είναι ο Καρκίνος Θυρεοειδούς από κύτταρα Hürthle;

O καρκίνος θυρεοειδούς από κύτταρα Hürthle θεωρείται τυπικά σαν μία μορφή θυλακιώδους καρκίνου θυρεοειδούς. Παρά ταύτα αποτελεί μία ιδιαίτερη μορφή καρκίνου καθώς έχει περισσότερο επιθετική βιολογική συμπεριφορά. Αντιστοιχεί στο 3 – 5 % του συνόλου των καρκίνων θυρεοειδούς.

Θεραπεία Καρκίνου Θυρεοειδούς από κύτταρα Hürthle

Η βέλτιστη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου θυρεοειδούς από κύτταρα Hürthle περιλαμβάνει την πλήρη εκτομή του θυρεοειδούς αδένα (ολική θυρεοειδεκτομή) με ταυτόχρονο λεμφαδενικό καθαρισμό του τραχήλου. Η επέμβαση αυτή στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να γίνει μέσω μιας μικρής τομής στον τράχηλο. Η έκταση του λεμφαδενικού καθαρισμού καθορίζεται με βάση τα ευρήματα στην λεπτομερή χαρτογράφηση τραχήλου.

Μετά τη χειρουργική επέμβαση πιθανόν να απαιτηθεί θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο. Εντούτοις, η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο στον καρκίνο θυρεοειδούς από κύτταρα Hürthle δεν είναι το ίδιο αποτελεσματική όσο στον τυπικό διαφοροποιημένο καρκίνο θυρεοειδούς (θηλώδη και θυλακιώδη). Και αυτό γιατί τα κύτταρα Hürthle δεν προσλαμβάνουν επαρκώς το ραδιενεργό ιώδιο Ι – 131. ώστε να ακολουθήσει η καταστροφή τους από την ραδιενέργεια. Παρά ταύτα, είναι μία καλά ανεκτή μέθοδος θεραπείας που μπορεί να είναι χρήσιμη όταν υπάρχουν ενδείξεις. Τέτοιες ενδείξεις είναι η εξωθυρεοειδική επέκταση του καρκίνου από κύτταρα Hürthle και η παρουσία μεταστάσεων (σε λεμφαδένες ή σε μακρινά όργανα). Τα χαρακτηριστικά αυτά υποδηλώνουν επιθετική μορφή της νόσου.

Ραδιενεργό Ιώδιο & Καρκίνος Θυρεοειδούς

Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο χορηγείται σαν συμπληρωματική θεραπεία (adjuvant therapy) μετά την χειρουργική αντιμετώπιση του διαφοροποιημένου καρκίνου θυρεοειδούς, σε επιλεγμένους ασθενείς.

Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο βασίζεται στο γεγονός ότι τα διαφοροποιημένα κύτταρα θυρεοειδούς προσλαμβάνουν εκλεκτικά το ραδιενεργό ιώδιο και η ακτινοβολία που εκπέμπεται τα καταστρέφει. Αυτό ισχύει και για τα καρκινικά κύτταρα, όπου και αν βρίσκονται αυτά (π.χ. στον τράχηλο ή σε μακρινά όργανα λόγω μεταστάσεων). Έτσι με το ραδιενεργό ιώδιο επιτυγχάνεται καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα όταν χορηγείται σαν συμπληρωματική θεραπεία.

Η χρήση του ραδιενεργού ιωδίου στην θεραπεία του καρκίνου θυρεοειδούς απετέλεσε ιστορικά την πρώτη μορφή ‘στοχευμένης’ θεραπείας (targeted therapy) στην ογκολογία. Πρόκειται μάλιστα για μία από τις πλέον αποτελεσματικές μορφές στοχευμένης θεραπείας στην ογκολογία.

Συνήθως το ραδιενεργό ιώδιο χορηγείται σε διάστημα 2 – 3 μηνών μετά την χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου θυρεοειδούς.
Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο είναι γενικά καλά ανεκτή. Το ραδιενεργό ιώδιο (Ι-131) χορηγείται υπό τη μορφή δισκίου.

Είναι ενδιαφέρον ότι η δράση του ραδιενεργού ιωδίου δεν εξαντλείται στην άμεση περίοδο μετά την χορήγησή του αλλά μπορεί να συνεχίζεται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Θέματα σχετικά με τον Καρκίνο Θυρεοειδούς

Αριθμοί Επεμβάσεων έως 30/6/24

3497

Θυρεοειδεκτομές

746

Λεμφαδενικοί Καθαρισμοί

456

Παραθυρεοειδεκτομές
ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ